Η προσωποκεντρική προσέγγιση στην ψυχοθεραπεία αναπτύχθηκε από τον Carl Rogers, έναν από τους σημαντικότερους ψυχολόγους του 20ού αιώνα. Ο Ρότζερς αναγνώρισε τρεις απαραίτητες συνθήκες για να μπορεί η ψυχοθεραπεία να είναι αποτελεσματική: την άνευ όρων αποδοχή, την ενσυναίσθηση και την ειλικρίνεια. Αν και η Γνωσιακή Συμπεριφοριστική Θεραπεία χρησιμοποιεί διαφορετικές τεχνικές από αυτές της Προσωποκεντρικής Θεραπείας, μπορεί να εφαρμοστεί ως μια εξαιρετικά ενσυναισθητική και προσωποκεντρική θεραπεία σε όλα τα στάδια της θεραπευτικής διαδικασίας.
Κατά τον ορισμό των θεραπευτικών στόχων, ο θεραπευτής ακούει τον θεραπευόμενο και προσπαθεί να τον καθοδηγήσει στο να θέσει όσο το δυνατόν πιο ρεαλιστικούς και συγκεκριμένους θεραπευτικούς στόχους. Προσπαθεί να αντανακλά τις σκέψεις και τα συναισθήματα του ασθενή με έναν ενσυναισθητικό τρόπο και ταυτόχρονα, εφαρμόζοντας τις τεχνικές του σωκρατικού διαλόγου και της καθοδηγούμενης αποκάλυψης, προσπαθεί να συγκεντρώσει τις απαραίτητες πληροφορίες. Η απουσία κριτικής στα όσα ο ασθενής αποκαλύπτει είναι βαρύνουσας σημασίας και η θεραπευτική συμμαχία ενδυναμώνεται στον βαθμό που ο θεραπευόμενος νιώθει αποδεκτός και ασφαλής.
Στη συνέχεια, κατά την εκμαίευση των αυτόματων αρνητικών σκέψεων, η διαδικασία πραγματοποιείται με τον θεραπευτή να παρακινεί τον ασθενή να επικεντρωθεί σε συγκεκριμένες καταστάσεις που του δημιουργούν αρνητικά συναισθήματα και να προσπαθήσει να εντοπίσει τις σκέψεις που κάνει στις καταστάσεις αυτές. Η διαδικασία αυτή περιλαμβάνει ενεργητική και προσεκτική ακρόαση εκ μέρους του θεραπευτή και μια συνεργατική προσπάθεια καθορισμού του ποια συναισθήματα και σκέψεις έχουν κάθε φορά ιδιαίτερη σημασία. Η ακριβής κατανόηση και αντανάκλαση των λεγομένων του θεραπευόμενου είναι κεντρικής σημασίας στη ΓΣΘ, καθώς ενισχύει τον θεραπευόμενο να συνεχίσει να εξερευνά και να ιχνηλατεί τον τρόπο σκέψης του και το πώς αυτός επηρεάζει το συναίσθημά του. Σε ένα πλαίσιο αποδοχής και ειλικρινούς σχέσης ο ασθενής μπορεί να μοιραστεί σκέψεις που ενδεχομένως τον κάνουν να αισθάνεται εκτεθειμένος ή ντροπιασμένος.
Δύο από τις βασικές αρχές της Προσωποκεντρικής Θεραπείας είναι η αποδοχή του πελάτη και η αυθεντικότητα. Αν και στη ΓΣΘ παρατηρείται και ένα στοιχείο που δεν θεωρείται παραδοσιακά κομμάτι αυτών των αρχών, αυτό της αυθεντικής περιέργειας του θεραπευτή να καταλάβει τον τρόπο που λειτουργεί ο θεραπευόμενος, είναι ένα στοιχείο απόλυτα σύμφωνο με τις αρχές της αποδοχής και του σεβασμού του ασθενή ως πρόσωπο. Και αυτό γιατί ο γνωσιακός θεραπευτής, ακούγοντας τις δυσκολίες του θεραπευόμενου, αποφεύγει να δώσει ερμηνείες που ίσως θεωρεί πιθανές, αλλά προσπαθεί να καθοδηγήσει τον ασθενή να ανακαλύψει μόνος του τα αίτια και τους μηχανισμούς που του δημιουργούν τις δυσκολίες αυτές.
Στη γνωσιακή αναδόμηση, την αμφισβήτηση και τροποποίηση των προβληματικών σκέψεων, η στάση του θεραπευτή πρέπει να χαρακτηρίζεται από περιέργεια, σεβασμό, αυθεντικότητα και ενσυναίσθηση. Ο θεραπευτής δεν πρέπει να φανεί επικριτικός ακυρώνοντας τις πεποιθήσεις του θεραπευόμενου, αλλά να λειτουργήσει ως σύμμαχος και να τον ενισχύσει να δει τα δεδομένα από μια διαφορετική οπτική γωνία. Καταλαβαίνοντας τον μοναδικό τρόπο που ο θεραπευόμενος αντιλαμβάνεται και ερμηνεύει τα όσα του συμβαίνουν, μπορεί στη συνέχεια να τον βοηθήσει να σκεφτεί εναλλακτικά. Η γνωσιακή αναδόμηση περιλαμβάνει την αναζήτηση στοιχείων που επιβεβαιώνουν ή απορρίπτουν μια πεποίθηση, καθώς και την ανάδειξη των γνωσιακών λαθών της σκέψης. Ο θεραπευτής πρέπει να κρατάει μια στάση που δεν ακυρώνει την προσωπικότητα του θεραπευόμενου, αλλά με έναν συνεργατικό τρόπο να προσπαθεί να τον βοηθήσει να συνειδητοποιήσει ο ίδιος, βάσει της προσωπικής του ιστορίας, τον ενδεχομένως δυσλειτουργικό και προκατειλημμένο τρόπο σκέψης του.
Η ΓΣΘ θεωρείται από κάποιους μια κρύα και μηχανιστική θεραπευτική προσέγγιση. Η άποψη αυτή όμως αγνοεί το γεγονός ότι η εκμαίευση των αυτόματων σκέψεων και ακόμη περισσότερο των πυρηνικών σχημάτων του ασθενή μπορεί να είναι μια εμπειρία με πολύ έντονη συναισθηματική φόρτιση. Η αποκάλυψη μύχιων σκέψεων και η ανάδειξη κεντρικών πεποιθήσεων απαιτεί την ικανότητα του θεραπευτή να καταλαβαίνει και να αποδέχεται τον ασθενή και να χτίζει με αυτόν τον τρόπο την απαραίτητη εμπιστοσύνη που ο ασθενής πρέπει να νιώσει για να είναι ασφαλής να εκτεθεί και να έρθει σε επαφή με πολύ έντονα συναισθήματα. Ένα βασικό σημείο διαφοράς της Γνωσιακής Θεραπείας από την Προσωποκεντρική, είναι ότι στην πρώτη η θεραπευτική σχέση θεωρείται αναγκαία αλλά όχι επαρκής συνθήκη για την αλλαγή. Όμως, όπως φαίνεται από τα παραπάνω, οι γνωσιακοί θεραπευτές, χρησιμοποιώντας τις περισσότερες βασικές αρχές της φιλοσοφίας του Ρότζερς, οικοδομούν ένα κλίμα αποδοχής και εμπιστοσύνης, χάρη στο οποίο μπορούν τελικά οι ασθενείς να εξερευνήσουν και να καταλάβουν τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους και τελικά να πετύχουν τις επιδιωκόμενες αλλαγές.
(Nina Josefowitz & David Myran, Towards a person-centred cognitive behaviour therapy)