top of page

Επίκτητος ο Ιεραπολίτης


Έζησε, κατά προσέγγιση, μεταξύ 50 και 130 μ.Χ. Γεννήθηκε έναν σχεδόν αιώνα μετά το θάνατο του Ζήνωνα, ήταν δεν ήταν 15 χρονών όταν αυτοκτόνησε κατά διαταγήν ο Σενέκας, παρά 30 χρόνια πάνω κάτω δεν πρόλαβε την άνοδο του Μάρκου Αυρήλιου -ο οποίος θαύμαζε το έργο του- στον αυτοκρατορικό θρόνο. Παιδί δούλων από την Ιεράπολη της Φρυγίας, έζησε κι ο ίδιος πολλά χρόνια σαν δούλος στη Ρώμη, με αφέντη τον Επαφρόδιτο, έναν απελεύθερο του Νέρωνα. Η ζωή του αποτελεί πιστή εικονογράφηση της φιλοσοφίας του. Φύση ασθενική, είχε μείνει κουτσός απ’ τη μέρα που ο κύριός του τον έβαλε, για να τον δοκιμάσει, το πόδι σ’ ένα μάγγανο. «Θα μου το σπάσεις» τον προειδοποίησε χαμογελώντας ο Επίκτητος. Όπερ και εγένετο. «Δεν σ’ το είπα;» περιορίστηκε να σχολιάσει ο μέλλων φιλόσοφος.


Δούλος ακόμη, είχε τη δυνατότητα να παρακολουθήσει τα μαθήματα του Μουσώνιου Ρούφου (30-101), φωτισμένου στωικού διδάσκαλου, ετρουσκικής καταγωγής, ο οποίος είχε ανοίξει μια φιλοσοφική σχολή στη Ρώμη. Η Ιστορία τον έχει προσπεράσει, άδικα, γιατί τα γραφτά του χάθηκαν στην πυρά του χριστιανικού φανατισμού. Τα ελάχιστα σπαράγματα που διασώθηκαν υποδηλώνουν τις προχωρημένες για την εποχή αντιλήψεις του: σχετικά με την ισότητα των δύο φύλων, την ισονομία για τους δούλους, την ελευθερία του λόγου. Ο ίδιος ο Επίκτητος συνόψισε τη φιλοσοφία του δασκάλου του στις λέξεις ανέχου και απέχου (να έχεις υπομονή και εγκράτεια).


Ως απελεύθερος πια, αφιερώθηκε κι ο ίδιος στη φιλοσοφία. Εγκαταστάθηκε σε μια καλύβα στη Ρώμη, τα μοναδικά του υπάρχοντα ήταν μια πρόχειρη κλίνη κι ένα λυχνάρι. Η πόρτα του έμενε μόνιμα ανοιχτή – δεν υπήρχε τίποτε για να κλέψει κανείς. Το 89 όμως, με το διάταγμα του Δομιτιανού, όλοι οι φιλόσοφοι διώχνονται από την Ιταλία. Ο Επίκτητος εγκαθίσταται στη Νικόπολη της Ηπείρου (στον σημερινό νόμο της Πρέβεζας), όπου ανοίγει τη δική του φιλοσοφική σχολή. Θα μείνει εκεί μέχρι το θάνατό του, περιστοιχιζόμενος σε μόνιμη βάση από πλήθος πιστών μαθητών και αφοσιωμένων οπαδών. Δεν απέκτησε ούτε περιουσία ούτε οικογένεια. Ο πολύ μεταγενέστερος Σιμπλίκιος μόνο αναφέρει ότι, στα τελευταία της ζωής του, πήρε μια γυναίκα – για να φροντίζει ένα ορφανό που είχε υιοθετήσει.


Όπως κι ο Σωκράτης, ο Επίκτητος μιλούσε, δεν έγραφε. Ο δικός του Πλάτων ήταν ο ιστορικός, πολιτικός και στρατιωτικός Φλάβιος Αρριανός, μετέπειτα έπαρχος Καππαδοκίας (130-137), ο οποίος ξεκίνησε τις σπουδές του στη σχολή της Νικόπολης. Αυτός κατέγραψε τα μαθήματα (Διατριβές) του φιλοσόφου και τα συγκέντρωσε σε οκτώ βιβλία, από τα οποία διασώζονται μόνο τέσσερα. Ο ίδιος ο Αρριανός συμπύκνωσε τις Διατριβές στο απάνθισμα αυτού του Εγχειριδίου, επιθυμώντας να καταστήσει πιο εύχρηστη την ουσία της φιλοσοφίας του δασκάλου του.


Όπως ο Σωκράτης, ο Επίκτητος εφαρμόζει τη διδακτική μέθοδο του διαλόγου και των συχνών ερωτήσεων. Χρησιμοποιεί απλή γλώσσα, καθημερινές εικόνες και παραδείγματα, μετέρχεται εκφράσεις «λαϊκές» για να διατυπώσει απροσχημάτιστα τις κρίσεις του. Το ύφος του είναι πάντα άμεσο και όχι σπάνια δηκτικό, απαλλαγμένο από κάθε εκζήτηση ή ελλειπτικότητα – το ίδιο λιτό όπως η ζωή του. Αλλά είναι ένας στρατευμένος ασκητής. Δεν τον ενδιαφέρει τόσο η θεωρητική ανάπτυξη, όσο η ορθή εφαρμογή της διδαχής του, η επαλήθευση στην πράξη της ηθικής αξίας της, η αποτελεσματικότητά της στον καθημερινό βίο. Μ’ άλλα λόγια: η φιλοσοφία ως τρόπος ζωής, η αρετή ως πρακτικό μέσο ευτυχίας, η λύτρωση από τα πάθη ως θωράκιση έναντι ενός σκληρού και βουλιμικού κόσμου. Όστις ουδενός δείται είναι στο απυρόβλητο, είναι θεός! Μια πραγματική «τεχνολογία» του εαυτού» - θα μας έλεγε ο αξεπέραστος Φουκώ.


Η ψυχοθεραπεία -η γνωστική θεραπεία ειδικότερα- βρήκε στον Επίκτητο τον προπάτορά της. Διαδηλώνει όπως κι εκείνος ότι δεν ταράζουν τους ανθρώπους τα ίδια τα πράγματα, αλλά η ιδέα που έχουν για τα πράγματα. Εφόσον όλες οι ανθρώπινες έννοιες είναι προβολές του ανθρώπινου πνεύματος, δεν βλέπουμε την πραγματικότητα – την αντιλαμβανόμαστε… Πώς θεραπεύεται ένα άτομο που πάσχει στη σχέση του με τον κόσμο και τον ίδιο τον εαυτό του; Αλλάζοντας τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται και ερμηνεύει την πραγματικότητα και όσα του συμβαίνουν. Είναι η συνταγή του Εγχειριδίου.


Σε κάποιο βαθμό, τον υιοθέτησε κι ο χριστιανισμός. Έχει επισημανθεί η συγγένεια ήθους -και ύφους;- ανάμεσα στις προτροπές του Επίκτητου και τις Επιστολές του Απόστολου Παύλου, καθώς και η γενικότερη συγγένειά του με τη χριστιανική ορολογία: η άρνηση των υλικών/κοσμικών απολαύσεων αποτελεί τη ραχοκοκαλιά της συνταγής ζωής των στωικών, αλλά η έννοια της ταπεινοφροσύνης όπως τη συναντάμε στον Ιεραπολίτη είναι μια νέα ιδέα για τη Στοά. Ο άγιος Νείλος ο Πρεσβύτερος, μαθητής του Ιωάννη του Χρυσόστομου και κορυφαίος ασκητικός συγγραφέας του 5ου αιώνα, άντλησε με μικρές παραλλαγές από τον Επίκτητο το δικό του πλαίσιο κανόνων της μοναστικής ζωής. Αντίστοιχες παρηχήσεις είναι επίσης εξόφθαλμες στον περίφημο (και μεταγενέστερο κατά έναν αιώνα) Κανόνα του αγίου Βενέδικτου. Ο ίδιος ο Πασκάλ, αυτός ο μεγαλοφυής άσωτος της επιστήμης, υπήρξε ένθερμος μελετητής του Εγχειριδίου, την περίοδο της μεταστροφής του στο χριστιανισμό.


Αλλά η δύναμη, η σημασία του Επίκτητου είναι ατομική και αυτόνομη, δεν περιορίζεται ούτε στη στωική κοίτη ούτε στη χριστιανική χρηστομάθεια. Η φωνή του δρασκελίζει τους αιώνες με αμείωτη ένταση, πέρα από σχολές και δόγματα. Είναι η φωνή ενός ανθρώπου που γεννήθηκε δούλος, αλλά παρέμεινε ελεύθερος. Είναι η φωνή ενός ανθρώπου που εστερείτο τα πάντα, αλλά παρέμεινε ευτυχής. Ελεύθερος, παρά τις καταπιεστικές συνθήκες της ζωής του. Ευτυχής, παρά την εξορία, την ανέχεια, την αρρώστια, παρ’ όλα όσα καταδικάζουν σε δυστυχία τη συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων. Απαθής, τέλος, απέναντι σε όλα όσα κινούν την ανθρωπότητα από καταβολής κόσμου: φιλοδοξία, πλούτο, εξουσία. Αυτός ο δάσκαλος της ηθικής τελείωσης και της εσωτερικής ευδαιμονίας είναι πράγματι πιο δυνατός από τους ισχυρούς, πιο πλούσιος από τους έχοντες και κατέχοντες, πιο αυτάρκης από τους κυρίαρχους της υλικής ζωής. Και τι θέλει άραγε από μας, εν τη αταραξία του; Είναι πολύ απαιτητικός αλήθεια! Δεν μας προσκαλεί σε κάποια συλλογική εξέγερση – μας προκαλεί για μια ατομική υπέρβαση. Δεν διακατέχεται από την παραμικρή επαναστατική διάθεση. Αλλά η ίδια η ζωή του είναι επαναστατική: αναποδογυρίζει, καταφρονετικά, όλο το σύστημα αξιών και κινήτρων, μέσα στο οποίο διαγκωνιζόμαστε όλοι εμείς. Περιπαίζει τις συνήθεις τάσεις, επιθυμίες και επιδιώξεις μας. Περιγελά ό,τι μας είναι πιο αγαπητό, ή πιο οδυνηρό. Είναι ένας ακατάδεχτος ανατροπέας. Δεν επιδιώκει ν’ αλλάξει τις ανθρώπινες κοινωνίες – θέλει ν’ αλλάξει τον ίδιο τον άνθρωπο.


Κάτι που, φυσικά, είν’ αδύνατο.


Σ’ έναν κόσμο που δεν είναι ούτε λογικός ούτε αγαθός, το κατ’ αρετήν ζην είναι παρά φύσιν. Και ο εν ημίν λόγος, όπως εκδηλώνεται, κάτι σαν νόστος για έναν Απολεσθέντα Παράδεισο που δεν υπήρξε ποτέ – και δεν θα υπάρξει ποτέ. Πάντοτε θα κυριαρχούν οι ιδιώτες, πάντοτε. Μα δεν τα ήξερε αυτά ο Ιεραπολίτης; Προφανώς, τα βίωνε. Είχε απόλυτη επίγνωση και της πραγματικότητας και των ανθρώπων. Παρά ταύτα, επιμένει να δείχνει ψηλά, επιμένει ν’ απαιτεί πάρα πολλά από εμάς! Κι ας ξέρει…


Δεν υπάρχει, σε τούτο τον κόσμο, μεγαλύτερο μυστήριο από το μυστήριο του Καλού. Κι ο Επίκτητος, αυτός ο κουτσός αμνός, είναι ένας απ’ τους μύστες του.


(Αλέξανδρος Βέλιος, πρόλογος στο Εγχειρίδιον, εκδόσεις Ροές)

279 views
bottom of page