Η ψυχοθεραπεία και η ψυχιατρική επικεντρώνονται κυρίως στο να ανακουφίσουν έναν άνθρωπο από την ψυχική νόσο και τα συμπτώματά της, προσπαθώντας να αποκαταστήσουν αυτό που ονομάζουμε ψυχική υγεία. Εκτός από την απουσία ψυχοπαθολογικών συμπτωμάτων όμως, η ψυχική υγεία για να είναι πλήρης ως έννοια πρέπει να περιλαμβάνει και την παρουσία κάποιων θετικών χαρακτηριστικών. Προς αναζήτηση αυτών των θετικών χαρακτηριστικών έχει αναπτυχθεί ο κλάδος της θετικής ψυχολογίας που προσπαθεί να απαντήσει στο ερώτημα του πώς κανείς μπορεί να είναι ευτυχισμένος. Η προσέγγιση αυτή έχει αποκτήσει αρκετά μεγάλη επιρροή και έχει συμβάλει ώστε οι διάφορες μορφές ψυχοθεραπείας και ψυχολογικής υποστήριξης να λαμβάνουν όλο και περισσότερο υπόψη τους προβληματισμούς και τα ευρήματα που προκύπτουν από την έρευνα για το τι κάνει τους ανθρώπους ευτυχισμένους. Το τι ακριβώς είναι βέβαια η ευτυχία και πώς μπορεί κανείς να ευτυχήσει είναι ένα ερώτημα που έχει απασχολήσει τον ανθρώπινο πολιτισμό από πολύ παλιά. Οι απαντήσεις που έχουν κατά καιρούς δοθεί είναι πάρα πολλές και παρακάτω γίνεται μια απόπειρα σύντομης ανασκόπησης ορισμένων απόψεων για το θέμα.
Στις περισσότερες θρησκείες το να βοηθάει κανείς τους συνανθρώπους του και να κάνει καλές πράξεις συχνά θεωρείται ως σημαντικός παράγοντας μιας ηθικής και ευτυχισμένης ζωής, ενώ σε πολλές θρησκευτικές παραδόσεις περιφρονούνται οι γήινες απολαύσεις και πραγματική ευτυχία θεωρείται η πνευματική αφύπνιση, η οποία επιτυγχάνεται μέσα από τη νηστεία, την προσευχή, τον ασκητισμό και τον διαλογισμό. Στον Χριστιανισμό, τον Ιουδαϊσμό και το Ισλάμ η ευτυχία συνήθως ταυτίζεται με το να μπορεί κανείς να ζει σύμφωνα με τις επιταγές του Θεού ή με το να καταφέρει να γνωρίσει την αληθινή φύση του Θεού. Στον Βουδισμό η ευτυχία ταυτίζεται με μια κατάσταση εσωτερικής γαλήνης που ονομάζεται Νιρβάνα και που για να φτάσει κανείς σε αυτήν πρέπει να καταφέρει να μην έχει επιθυμίες και να μπορεί να παρατηρεί όσα του συμβαίνουν χωρίς να προσπαθεί να τα αλλάξει.
Πολλοί διάσημοι φιλόσοφοι έχουν επίσης ασχοληθεί με το θέμα. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, η ευτυχία, η ευδαιμονία όπως την ονομάζει, είναι ο απώτατος σκοπός της ανθρώπινης ζωής, ενώ οι διάφοροι άλλοι επιμέρους σκοποί στην ουσία αποτελούν τα μέσα για την επίτευξη αυτού του σκοπού. Απαραίτητο στοιχείο που πρέπει ένας άνθρωπος να έχει για να καταφέρει να φτάσει στην ευδαιμονία είναι η αρετή, μια ηθική στάση ζωής που χαρακτηρίζεται από το μέτρο. Για τον Πλάτωνα ευτυχισμένος είναι αυτός που λειτουργώντας λογικά μπορεί να επιβληθεί στις επιθυμίες του, ενώ ο Επίκουρος θεωρεί ότι ένας από τους βασικότερους παράγοντες για να ζήσει κανείς μια ευτυχισμένη ζωή είναι να περιστοιχίζεται από καλούς φίλους. Ο Διογένης ο Κυνικός πιστεύει ότι η ευτυχία του ανθρώπου βρίσκεται στη φυσική ζωή και πως μόνο με την αυτάρκεια, τη λιτότητα, την αυτογνωσία και την άσκηση μπορεί να την εξασφαλίσει, ενώ για τους Στωικούς φιλοσόφους η ευτυχία σχετίζεται περισσότερο με την έννοια της αταραξίας, την ψυχική κατάσταση κατά την οποία ο άνθρωπος, παραμένοντας λογικός, ανεξάρτητα από τα ευχάριστα ή δυσάρεστα περιβαλλοντικά ερεθίσματα, μέσα του νιώθει ήρεμος. Ο Arthur Schopenhauer θεωρεί ότι η ευτυχία είναι το αποτέλεσμα μιας ευχής που πραγματοποιείται και ότι η πραγματοποίηση μιας ευχής οδηγεί στη δημιουργία μιας νέας ευχής και ούτω καθεξής. Πιστεύει πως όλο αυτό είναι τελείως μάταιο και στα μάτια του η ανθρώπινη ζωή περιλαμβάνει κυρίως πόνο και δυστυχία. Ο Friedrich Nietzsche γράφει ότι ο απόλυτος σκοπός της ζωής πρέπει να είναι κάτι σημαντικότερο από την ευτυχία. Πρέπει να είναι ένα έργο για το οποίο αξίζει να ζει κανείς και για το οποίο είναι απαραίτητο να αντέξει και τη δυστυχία και τον πόνο.
Ο Viktor Frankl, o νευρολόγος και ψυχίατρος που επιβίωσε από τα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης, αναφέρει ότι ενώ υπάρχει η άποψη ότι οι άνθρωποι πρέπει να είναι ευτυχισμένοι, σαν αυτό να αποτελεί διαταγή, στην πραγματικότητα η ευτυχία δεν μπορεί να αποκτηθεί, μπορεί μόνο να προκύψει. Κατά τη γνώμη του, για να γίνει κάτι τέτοιο πρέπει κανείς να νιώθει ότι έχει την ευθύνη για κάτι μεγαλύτερο από τον εαυτό του και μέσα από αυτό να έχει έναν λόγο για τον οποίο να νιώθει ευτυχισμένος. Ο ανθρωπιστής ψυχολόγος Abraham Maslow πιστεύει ότι για να είναι κανείς ευτυχισμένος πρέπει να ικανοποιηθούν πέντε στάδια αναγκών, όπου η ικανοποίηση του ενός είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την ικανοποίηση του επόμενου. Τα πέντε αυτά στάδια είναι κατά σειρά: η κάλυψη των σωματικών αναγκών, η ασφάλεια, το αίσθημα του ανήκειν, η αυτοεκτίμηση και τέλος η αυτοπραγμάτωση, η οποία ως έννοια περιλαμβάνει ένα αίσθημα πληρότητας και βαθιάς ικανοποίησης που έχει κάποιος για τη ζωή και τα έργα του. Ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών έχει επίσης επιχειρήσει να μετρήσει και να συγκρίνει την ευτυχία των ανθρώπων που ζουν σε διαφορετικά κράτη, χρησιμοποιώντας το World Happiness Report, το οποίο περιλαμβάνει τις εξής μεταβλητές: το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, τη διαθέσιμη κοινωνική υποστήριξη, το προσδόκιμο ζωής χωρίς αναπηρίες, την ελευθερία στις αποφάσεις ζωής, τη γενναιοδωρία και την εμπιστοσύνη.
Τα αποτελέσματα διαφόρων σχετικών ερευνών επίσης δίνουν κάποιες ενδιαφέρουσες απαντήσεις. Οι έρευνες αποτίμησης της ευτυχίας καλούν τους συμμετέχοντες να απαντήσουν πόσο ικανοποιητική θεωρούν τη ζωή τους και πόσο συχνά νιώθουν θετικά συναισθήματα και στη συνέχεια προσπαθούν να συνδέσουν τα αποτελέσματα αυτά με διάφορες μεταβλητές. Έτσι, το μέγεθος της υποκειμενικά εκτιμώμενης ευτυχίας για κάθε άνθρωπο συσχετίζεται με ενδογενή στοιχεία όπως η γενετική προδιάθεση και η προσωπικότητα και με εξωγενή στοιχεία, όπως ο πλούτος, ο γάμος και η υγεία. Οι ενδογενείς παράγοντες φαίνεται να παίζουν πολύ σημαντικότερο ρόλο σε σχέση με τους εξωγενείς, αφού συγκρίνοντας περιπτώσεις ανθρώπων με παρόμοιες αντικειμενικές συνθήκες ζωής, παρατηρούνται κάποιοι που στις περισσότερες εμπειρίες της ζωής τους έχουν κατά κανόνα θετική και αισιόδοξη στάση και κάποιοι άλλοι που, αντιθέτως, έχουν σταθερά απαισιόδοξη και αρνητική στάση. Σύμφωνα με μια διάσημη έρευνα της Sonja Lyobomirsky, η σταθερή αίσθηση ευτυχίας είναι κατά 50% γενετικά προκαθορισμένη (οφείλεται στα γονίδια με τα οποία ένα άτομο γεννιέται), κατά 40% εξαρτάται από την προσωπική προσπάθεια (τον τρόπο σκέψης και τις επιλογές του ατόμου) και κατά 10% από εξωτερικές συνθήκες και καταστάσεις.
Η οικονομική ανέχεια συνδέεται με τη δυστυχία και η αύξηση του εισοδήματος σχετίζεται με την άνοδο στις μετρήσεις της ευτυχίας, όμως αυτή η συσχέτιση παρατηρείται μέχρι κανείς να έχει ένα μέσο εισόδημα, καθώς η αύξηση του εισοδήματος από ένα σημείο και ύστερα δεν φαίνεται να επηρεάζει σημαντικά την ευτυχία. Επίσης, ένας σταθερός γάμος φαίνεται να είναι προγνωστικός παράγοντας ευτυχίας, αν και είναι δύσκολο να εξακριβωθεί αν οι ποιοτικές σχέσεις δημιουργούν ευτυχισμένους ανθρώπους ή αν οι ευτυχισμένοι άνθρωποι έχουν περισσότερες πιθανότητες να έχουν σχέσεις που να τους ικανοποιούν. Ακόμη, η καλή υγεία σχετίζεται με την ευτυχία αν και παρατηρείται ότι άνθρωποι με σοβαρά προβλήματα υγείας, τα οποία όμως ξεπερνούν, αισθάνονται ιδιαίτερα ευτυχισμένοι μετά την περιπέτειά τους. Τέλος, τα θετικά γεγονότα ζωής κάνουν τους ανθρώπους πιο ευτυχισμένους αλλά το συναίσθημα αυτό δεν παραμένει σταθερό στον χρόνο. Φαίνεται ότι μετά από ένα σύντομο χρονικό διάστημα οι άνθρωποι δεν αντλούν σημαντική ικανοποίηση από τα περασμένα γεγονότα και αναζητούν νέες συγκινήσεις και επιτυχίες.
Συνοψίζοντας, παρά την αναμφισβήτητη σημασία των εξωτερικών γεγονότων, των συνθηκών και των εμπειριών ζωής, η ευτυχία φαίνεται να είναι περισσότερο υπόθεση εσωτερικών διεργασιών, ένα αποτέλεσμα οπτικής γωνίας, φιλοσοφίας ζωής και αίσθησης εαυτού. Το πώς κανείς νοηματοδοτεί τα γεγονότα και το αν έχει μια συνεκτική κοσμοθεωρία που να εξηγεί ικανοποιητικά τα όσα του συμβαίνουν είναι καθοριστικοί παράγοντες διαμόρφωσης αυτού που ονομάζουμε ευτυχία. Η ευκαιρία να έχει κανείς ευχάριστες εμπειρίες, η ψυχική δυνατότητα άντλησης ικανοποίησης από αυτές και η εσωτερίκευση της ίδιας της ζωής ως κάτι που έχει νόημα φαίνεται ότι συνδυαστικά κάνουν έναν άνθρωπο ευτυχισμένο.