Οι διαταραχές πρόσληψης τροφής χαρακτηρίζονται από μία διαρκή διατάραξη των συμπεριφορών που έχουν να κάνουν με την τροφή και έχουν ως αποτέλεσμα σημαντική υποβάθμιση της φυσικής υγείας και της ψυχοκοινωνικής λειτουργικότητας. Στις διαταραχές αυτές περιλαμβάνονται η ψυχογενής ανορεξία, η ψυχογενής βουλιμία και η διαταραχή επεισοδιακής υπερφαγίας.
Στην ψυχογενή ανορεξία παρατηρείται περιορισμός της προσλαμβανόμενης ενέργειας σε σχέση με τις ανάγκες του οργανισμού, που οδηγεί σε σημαντικά χαμηλό σωματικό βάρος. Παρατηρείται επίσης έντονος φόβος αύξησης του βάρους ή πάχυνσης ή επίμονη συμπεριφορά που παρεμβαίνει στο σωματικό βάρος, καθώς και διαταραχή στον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται κανείς το βάρος και το σχήμα του σώματός του. Επίσης, υπερβολική επίδραση του σωματικού βάρους ή σχήματος στην αυτοαξιολόγηση και άρνηση της σοβαρότητας του χαμηλού τρέχοντος σωματικού βάρους. Η ψυχογενής ανορεξία είναι μια δυνητικά θανατηφόρος ασθένεια, καθώς η εικόνα που οι πάσχοντες έχουν για το σώμα τους μπορεί να είναι εξαιρετικά διαταραγμένη και να αισθάνονται ότι απειλούνται από παχυσαρκία ακόμη και αν το σωματικό τους βάρος έχει ελαττωθεί τόσο που να βρίσκονται στα όρια της απίσχνανσης. Συχνά με την ψυχογενή ανορεξία παρατηρούνται σωματικές επιπλοκές και διαταραχές (ηλεκτρολυτικές, γαστρεντερικές, οδοντιατρικές, γυναικολογικές, δερματολογικές).
Στη θεραπεία της ψυχογενούς ανορεξίας, ειδικά αν το σωματικό βάρος είναι ιδιαίτερα χαμηλό, θεωρείται απαραίτητη η παρακολούθηση του ατόμου από ομάδα ειδικών και κάποιες φορές νοσηλεία ώστε να προσφερθεί η κατάλληλη ιατρική φροντίδα. Παράλληλα, το άτομο μπορεί να ωφεληθεί κάνοντας ψυχοθεραπεία. Διάφορες μορφές ψυχοθεραπείας εκτιμάται ότι είναι εξίσου αποτελεσματικές, ενώ πολύ σημαντικό ρόλο παίζει η θεραπευτική συμμαχία και το κίνητρο για αλλαγή, αφού σε αρκετές περιπτώσεις το άτομο μπορεί να νιώθει ότι έρχεται για θεραπεία παρά τη θέλησή του. Στη συχνή περίπτωση που η διαταραχή διατροφής αφορά σε έφηβο ή νεαρό άτομο, η θεραπεία πρέπει να περιλαμβάνει και ορισμένες αρχές και εργαλεία από τη Συστημική Ψυχοθεραπεία (όπως την κατανόηση του ρόλου που η διαταραχή έχει στη δυναμική όλης της οικογένειας).
Στην ψυχογενή βουλιμία παρατηρούνται επαναλαμβανόμενα επεισόδια υπερφαγίας. Ένα επεισόδιο υπερφαγίας χαρακτηρίζεται από πρόσληψη σε μία συγκεκριμένη χρονική περίοδο μίας ποσότητας τροφής, η οποία είναι σαφώς μεγαλύτερη από αυτήν που θα μπορούσαν να καταναλώσουν οι περισσότεροι άνθρωποι κατά τη διάρκεια της ίδιας χρονικής περιόδου, και αίσθημα έλλειψης ελέγχου στην πρόσληψη τροφής κατά τη διάρκεια του επεισοδίου (δηλαδή αίσθημα του ατόμου ότι δεν μπορεί να σταματήσει να τρώει ή να ελέγξει τι και πόσο τρώει). Επίσης, παρατηρείται επαναλαμβανόμενη αντιρροπιστική συμπεριφορά προκειμένου να αποτραπεί η αύξηση του βάρους, όπως αυτοπροκαλούμενοι εμετοί, κατάχρηση καθαρτικών ή άλλων φαρμάκων, δίαιτα ή υπέρμετρη σωματική άσκηση. Το σωματικό βάρος δεν είναι τόσο χαμηλό όσο στην ψυχογενή ανορεξία.
Στη θεραπεία της ψυχογενούς βουλιμίας πρώτη επιλογή αποτελεί η Γνωσιακή Συμπεριφοριστική Θεραπεία, η οποία μπορεί να βοηθήσει στην ενδυνάμωση της αυτοπεποίθησης, στη μείωση της τελειοθηρίας που συνήθως χαρακτηρίζει τα συγκεκριμένα άτομα και στην εκμάθηση πιο λειτουργικών τρόπων διαχείρισης των συναισθημάτων. Τα άτομα με ψυχογενή βουλιμία (όπως και αυτά με ψυχογενή ανορεξία) αρκετά συχνά παρουσιάζουν χαμηλή αυτοεκτίμηση, υψηλές προσδοκίες από τον εαυτό τους, δυσκολίες στην έκφραση συναισθημάτων, μειωμένη ανοχή στα έντονα συναισθήματα και ανάγκη για έλεγχο. Η θεραπεία περιλαμβάνει τον εντοπισμό των σχετικών με τη διαταραχή σκέψεων, συναισθημάτων και συμπεριφορών, την κατανόηση της μεταξύ τους αλληλεπίδρασης και την αναγνώριση και τροποποίηση των αρνητικών αυτόματων σκέψεων και των πυρηνικών πεποιθήσεων που διατηρούν τη διαταραχή.
Στη διαταραχή επεισοδιακής υπερφαγίας παρατηρούνται επαναλαμβανόμενα επεισόδια υπερφαγίας, τα οποία συνδέονται και με 3 ή περισσότερα από τα ακόλουθα: πρόσληψη τροφής πολύ πιο γρήγορα από το σύνηθες, πρόσληψη τροφής μέχρι αισθήματος δυσφορίας από κορεσμό, πρόσληψη μεγάλων ποσοτήτων τροφής όταν δεν υπάρχει σωματικό αίσθημα πείνας, να τρώει κανείς μόνος του επειδή αισθάνεται ντροπή για το πόσο πολύ τρώει και να αισθάνεται αηδία για τον εαυτό του, κατάθλιψη ή μεγάλη ενοχή μετά. Δεν παρατηρούνται αντιρροπιστικές συμπεριφορές μείωσης του βάρους και συνήθως οι πάσχοντες είναι υπέρβαροι.
Στη θεραπεία της διαταραχής επεισοδιακής υπερφαγίας η ΓΣΘ μπορεί να είναι πολύ αποτελεσματική στο να βοηθήσει τα άτομα να ξεπεράσουν τους φαύλους κύκλους που διατηρούν το πρόβλημα και περιλαμβάνει εκπαίδευση σε πιο υγιείς διατροφικές συνήθειες, αποεστίαση από το φαγητό και εντοπισμό των ερεθισμάτων που πυροδοτούν τα υπερφαγικά επεισόδια. Επίσης, περιλαμβάνονται γνωσιακές και συμπεριφοριστικές τεχνικές που στοχεύουν στην ύφεση των αρνητικών συναισθημάτων, καθώς συχνά οι πάσχοντες είναι αυτομομφικοί και ματαιωμένοι, έχουν δυσφορική διάθεση και ευαισθησία στη διαπροσωπική απόρριψη. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι και στις τρεις διαταραχές ο τελικός στόχος της ΓΣΘ είναι το σπάσιμο του φαύλου κύκλου που τις διατηρεί, ο οποίος αν και διαφορετικός σε κάθε διαταραχή, πάντα περιλαμβάνει προσπάθειες ρύθμισης του συναισθήματος μέσω συμπεριφορών που έχουν να κάνουν με τη διατροφή.